Οι φλόγες πέρασαν, η φωτιά έφυγε γι αλλού, σιγόκαιγε και μετά έσβησε. Οι κάτοικοι επέστρεψαν νύχτα – και από το πρωί πλένουν τα μπαλκόνια. Τα ζωάκια του δρόμου, σαστισμένα, περπατούν με γουρλωμένα μάτια και κάθε λίγο γυρίζουν το κεφάλι δεξιά – αριστερά. Η βαριά μυρωδιά της κάπνας έχει σκεπάσει τα πάντα, έχει κάτσει στα ρουθούνια σου, σαν να σου έχωσαν το κεφάλι σε μια θράκα με κάρβουνα. Μια μικρή αλεπού, που ξέρουμε ότι μπαίνει στα μουλωχτά μέσα στους κήπους των σπιτιών τα βράδια, στέκεται στην άκρη του δρόμου – δεν τη βλέπεις ποτέ εκεί τέτοια προχωρημένη ώρα.
Ο Τζίντζερ, ο γάτος μου, μπήκε μέσα στο σπίτι χωρίς να σταθεί να τον χαϊδέψω. Πήγε να φάει μια μπουκιά και διάλεξε το πιο σκοτεινό σημείο για να την πέσει. Κάτω από μια βιβλιοθήκη. Δεν μπόρεσα να τον πάρω μαζί μου όταν έφευγα, δεν ήξερα πού ήταν, αλήτευε στα χωράφια. Αλλά τα γατιά είναι μάχιμα. Αν και είμαι σίγουρος ότι δεν τούς έχουν μείνει πολλές ψυχές ακόμα.
Τα δελτία ειδήσεων δεν αναφέρουν πια πολλά για το Κρυονέρι. Υπάρχουν κι αλλού φωτιές.
Τα σπίτια που κάηκαν δεν ξαναγίνονται, κακά τα ψέμματα. Χτίστηκαν ”εκείνες” τις εποχές που έπαιρνες στεγαστικό ακόμα και από το περίπτερο. Για τη φύση, η κλιματική κρίση δεν αφήνει πολλά περιθώρια γιατρειάς. Η Δροσοπηγή έχει καεί ήδη δυο φορές τα τελευταία χρόνια.
Όσο για το στρες του καλοκαιριού, είναι πλέον μόνιμο, είτε ζεις σε δάσος δίπλα, είτε μέσα στην πόλη. Ακόμα κι αν δε βλέπεις στάχτες γύρω σου, τις νιώθεις από τις εικόνες στην τηλεόραση. Η πιο ανέμελη εποχή του χρόνου κατάντησε το μεγαλύτερο βάσανο.
Το μόνο που μένει είναι να καταλάβουμε ότι η κόλαση δεν είναι ούτε κάπου ψηλά, ούτε κάπου χαμηλά, ούτε κάπου αλλού. Δεν είναι οι άλλοι. Την κόλαση τη χτίσαμε εμείς εδώ στη γη, για να μείνουμε. Είναι η ψευδαίσθηση της ευημερίας μας, ότι θα ήταν ο παράδεισός μας. Πολύ έξυπνος ο διάβολος, μάς έβαλε να κάνουμε όλη τη δύσκολη δουλειά για λογαριασμό του. Σαπό στον κύριο.
Μέχρι να μαζέψουμε τα αποκαίδια αυτού του πολιτισμού και να γίνουμε πραγματικά πιο ”πράσινοι”, ας προσπαθήσουμε να συντονιστούμε και να κάνουμε σωστά αυτό που πρέπει να κάνουμε. Οχι τσαπατσουλιές και προχειρότητες. Οπως για παράδειγμα, τα ξερόχορτα του γειτονικού μου οικοπέδου που άρπαξαν. Που αποτελούσαν ευθύνη του δήμου (για το συγκεκριμένο). Εστειλαν έναν μαυρούλη, μετά το πέρας της προθεσμίας κι όλας, τα έκοψε, τα έριξε κάτω, και τα άφησε. Αντί το προσάναμμα να είναι όρθιο, είναι ξαπλωτό. Συγχαρητήρια.
Και δεν είναι μόνο ο δικός μας δήμος, να εξηγούμαστε. Αλλού είναι πολύ πολύ χειρότερα. Περάστε μια μέρα από τον Ωρωπό, το Μαρούσι, την Αυλίδα… λέω αυτά γιατί τα έχω δει ο ίδιος. Εσείς σίγουρα έχετε δει αλλού.
Θέλει σοβαρότητα το πράγμα…
ΥΓ: Και να δούμε και δυο τρεις ”κουλές” ιδέες: Σε μια μακρινή χώρα, κάποιοι ”ανοητοι” που σκέφτονται out of the box, αμόλησαν βοσκούς με κατσίκες στα οικόπεδα. Κατσίκα, το αποδοτικότερο χλοοκοπτικό/κομποστοποιητής 2 σε 1.
Αλλοι δήμοι, έφτιαξαν κοινωνικές επιχειρήσεις (αυτές που δεν παράγουν κέρδος, αλλά μόνο επανεπενδύουν προς όφελος του συνόλου) οι οποίες φτιάχνουν κομπόστ από τα κηπαία. Τα οποία πωλούν μετά στους δημότες ως λίπασμα για τους κήπους τους. Στη χαμηλότερη δυνατή τιμή.
Αλλά ποιος υπεύθυνος να μπει τώρα στον κόπο να σκεφτεί….
Γ.Κυπαρίσσης