Μία εξομολογητική συνέντευξη στην κάμερα της ΕΡΤ και την εκπομπή “Νωρίς Νωρίς” έδωσε ο Βασίλης Σκουλάς, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου με τίτλο “Στο μετερίζι της ανθρωπιάς”.
Ο σπουδαίος τραγουδιστής και λυράρης ξετύλιξε το κουβάρι της ζωής του και μοιράστηκε τις αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία, τις δύσκολες στιγμές της φτώχειας αλλά και την πρώτη του επαφή με τη μουσική και την κρητική παράδοση.
«Όσο οι καιροί δυσκολεύουν, είναι πιο επιτακτική ανάγκη για όλους να μπούνε στη διαδικασία και να νιώσουμε τον άνθρωπο, τον συνάνθρωπό μας, τον εαυτό μας. Να πορευτούμε με αυτό, με αυτή την έννοια που έχει να δείξει ο τίτλος του βιβλίου. «Στο μετερίζι της ανθρωπιάς». Και στην τιμή στο χρέος», σημειώνει ο Βασίλης Σκουλάς.
«Εννιά αδέλφια ήμασταν. Εγώ είμαι ο όγδοος. Από μια μεριά νιώθω τυχερός, διότι γνώρισα τη σκληράδα της εποχής σε πολύ μικρή ηλικία, από μικρό παιδί. Δεν είχαμε καταρχήν ούτε τουαλέτα στο σπίτι. Ένα σπίτι το οποίο μεγαλώσαμε έντεκα άνθρωποι μέσα, ο οποίο ήτανε έξι επί πέντε.
Δεν υπήρχε ρεύμα, και μπορώ να πω ότι αισθάνομαι τυχερός γιατί βίωσα αυτές τις καταστάσεις και εκτίμησα μετά ύστερα περισσότερο την εξέλιξη και τα πράγματα τα οποία αποκτήσαμε και κερδίσαμε. Σήμερα όμως τα νέα παιδιά δεν έχουν αυτή την πολυτέλεια. Αν δεν στερηθείς, δεν εκτιμάς», αφηγείται ο τραγουδιστής.
«Τον παππού μου δεν τον πρόλαβα, πέθανε το 1935, 55 χρονών. Είχε πάθει βρογχικό άσθμα. Είχε κάνει και καφενείο, το καφενείο που έχω γαλουχηθεί δίπλα στο σπίτι. Εκεί λοιπόν ήτανε το αποκούμπι μου. Βλέποντας και παρατηρώντας από μικρό παιδί τους παλιότερους που φωνάζανε τον λυράρη, να τραγουδούνε, όλα αυτά αποτυπωθήκανε πολύ έντονα στη μνήμη μου.
Με βλέπανε και στο καφενείο και ο πατέρας μου και οι θείοι μου που είχα τάση. Όταν λοιπόν έπιασα τη λύρα, μου πήρε ο πατέρας μου μια λύρα από ένα μαραγκό. Σε σύντομο χρόνο, χρωμάτισα κάποιες μελωδίες, άρχισα να παίζω του παππού μου πράγματα, που μου τα μεταφέρανε οι νεότεροι λυράρηδες που ήταν στην παρέα που γλεντούσαν στο καφενείο. Βλέπανε στο πρόσωπό μου προέκταση του παππού μου. 12 χρονών πρωτόπαιξα στο πρώτο πανηγύρι και μετά στο γάμο μου αναθέσανε και με εμπιστευτήκανε κοινωνικές εκδηλώσεις», περιγράφει ο Βασίλης Σκουλάς.
Για τις συναυλίες που έχει δώσει σε ολόκληρο τον πλανήτη, ο Βασίλης Σκουλάς αποκαλύπτει:
«Όσο πιο απομακρυσμένος είναι ο μετανάστης, πολύ περισσότερη η νοσταλγία. Δηλαδή στην Αυστραλία, παραδείγματος χάρη, ήτανε πολύ περισσότερη νοσταλγία. Στη Νότια Αφρική ήτανε κάτι το ιδιαίτερο. Κι έχω μια εμπειρία, η οποία ήταν ευχάριστη από μια μεριά αλλά και δυσάρεστη διότι, η εκδήλωση αυτή ήτανε για τη Μάχη της Κρήτης. Ξεκίνησα με αυτό το τραγούδι… “τρώτε και πίνετε άρχοντες και εγώ θα σας διηγούμαι”. Μόλις ξεκίνησα, σαν να ήταν ένας ηλεκτρισμός. Ούτε πρωτόκολλο υπήρχε, ούτε τίποτα. Γέμισε η πίστα από τους ανθρώπους. Δεν θυμάμαι στον τρίτο ή τέταρτο κύκλο… ο πρώτος που χόρευε, έπεσε νεκρός στην πίστα… από τη συγκίνηση. Πενήντα χρονών».
«Πέθανε. Εγώ δεν σταμάτησα. Τον βγάλανε έξω, φωνάζω τον Πρόεδρο και μου λέει «Βασίλη, έχει πεθάνει…». Αυτό ήτανε κάτι το που μου ‘χει μείνει ανεξίτηλο έτσι», συμπληρώνει στη σοκαριστική του ιστορία.
«Ήμουν ο εαυτός μου όλα αυτά τα χρόνια, δεν έκανα τίποτα ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο. Μ’ άρεσε η παρέα, οι σωστοί άνθρωποι. Γιατί αυτά επαναλαμβάνω, είναι τα πρότυπά μου. Άνθρωποι οι οποίοι είχανε ευγένεια, οι οποίοι είχανε μεγαλείο ψυχής, που είχανε την αντροσύνη αλλά δεν την επιδεικνύανε. Όλα αυτά τα ‘χα φιλτράρει από πολύ μικρό παιδί και είχα επιλέξει πολλά πράγματα και λέω “θα πορευτώ με αυτό που με εκφράζει”. Το ήπιο πράγμα, το ανθρώπινο., το σοβαρό, το υπεύθυνο. Γιατί έτσι με διδάξανε.
[…] Θα συμβούλευα ένα νέο παιδί να μη βιάζεται τον χρόνο. Μη βιάζεται τον εαυτό του. Άφησέ το να κυλήσει. Κατάθεσε αυτό που εσύ εκφράζεις… σου αρέσει, σε ευχαριστεί; Κατάθεσέ το. Θα βρει το δρόμο του. Αν έχει αξία, θα την πάρει την είσπραξη», σημειώνει κλείνοντας ο Βασίλης Σκουλάς.
Πηγή: zappit.gr


