«Η Μέρκελ άφωνη»: Νέο απόσπασμα από την «Ιθάκη» του Αλέξη Τσίπρα

Ένα νέο απόσπασμα από το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα με τίτλο «Ιθάκη», που αναμένεται να κυκλοφορήσει τις προσεχείς ημέρες από τις εκδόσεις Gutenberg, δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα θα κυκλοφορήσει επίσης σε μορφή audiobook μέσω της πλατφόρμας Bookvoice.

Το απόσπασμα είναι από το κεφάλαιο «Η Μέρκελ άφωνη».

«Η Μέρκελ άφωνη»

«Η Μέρκελ είχε αρχίσει να υποψιάζεται ότι κάτι άλλο είχα στο μυαλό μου από το πρωί, όταν δεν έλαβα καν τον λόγο τη δεύτερη ημέρα της Συνόδου Κορυφής και ιδίως κατά την παρουσίαση του τελεσίγραφου των Θεσμών προς την ελληνική Κυβέρνηση από τον Τουσκ και τη συζήτηση που ακολούθησε. Είχε ιδιαίτερη συναισθηματική ευφυΐα και κατάλαβε ότι το να μην πάρω τον λόγο δεν ήταν λογικό. Σηκώθηκε από τη θέση της, έκανε τον κύκλο γύρω από το τραπέζι των συνεδριάσεων για να πλησιάσει στη θέση που καθόμουν και όταν έφτασε, έσκυψε και με ρώτησε: «Αλέξη, γιατί δε μιλάς;». Εγώ που, για μη δώσω κανένα στίγμα των προθέσεών μου, δεν ήθελα καθόλου να μπω στη συζήτηση αν συμφωνώ ή διαφωνώ, της απάντησα: «Αφού τα είπε όλα ο Ντόναλντ, τι να πω εγώ;»

Η απάντησή μου απείχε πολύ από το να είναι καθησυχαστική: «Ωραία και τι θα κάνεις τώρα; Θα δεχτείς τη πρόταση;». Και πάλι προσπάθησα διπλωματικά να ξεφύγω: «Δεν αποφασίζω μόνος μου. Έχω και Υπουργικό Συμβούλιο. Θα συνεδριάσουμε και θα σου απαντήσω». Έφυγε ακόμα πιο ανήσυχη και κατευθύνθηκε προς το σημείο όπου καθόταν Ολάντ. Μετά από μια σύντομη συζήτηση των δυο τους, που απέπνεε ένα κλίμα έντονης απορίας και ανησυχίας, η Μέρκελ επέστρεψε ξανά σε εμένα:

«Και πότε θα ξέρεις να μας απαντήσεις;»

«Απόψε, με το που θα γυρίσω στην Αθήνα, σου υπόσχομαι ότι θα συνεδριάσουμε. Αμέσως μετά θα σου απαντήσω».

«Ωραία, να μιλήσουμε τότε σε παρακαλώ το βράδυ τηλεφωνικά. Ό,τι ώρα να είναι. Θα συνεννοηθώ να είναι και ο Φρανσουά στο τηλέφωνο», μου απάντησε και έφυγε σιωπηλή και προβληματισμένη επιστρέφοντας στη θέση της.

Οι ανησυχίες της θα μεγάλωσαν μετά τις δηλώσεις που έκανα βγαίνοντας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο: «Η Ε.Ε. με τις καταστατικές της αρχές υπερασπίζεται τη δημοκρατία, την αλληλεγγύη και τον αμοιβαίο σεβασμό. Αυτές οι αρχές δεν βασίστηκαν σε εκβιασμούς και τελεσίγραφα», δήλωσα έξω από το κτίριο του Συμβουλίου, νωρίτερα το μεσημέρι.

Το βράδυ λοιπόν έφτασε. Ήταν τόσο πυκνές από γεγονότα εκείνες οι ώρες, που ήταν σαν να είχε περάσει τουλάχιστον μια βδομάδα από εκείνη τη συνεννόηση για τηλεφωνικό ραντεβού, που είχε λάβει χώρα με τη Μέρκελ μόλις λίγες ώρες πριν, στην αίθουσα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Στο γραφείο μου, στο τραπέζι των συσκέψεων, υπήρχε ένα τηλέφωνο για τηλεδιασκέψεις, το γνωστό ως «χταπόδι». Με ενημέρωσε η γραμματέας μου η Ελένη ότι η κλήση ήταν σε εξέλιξη. Κάθισα στην άκρη του τραπεζιού.

Είχα δίπλα μου τον Βαγγέλη Καλπαδάκη.

«Γεια σου, Άνγκελα, γεια σου, Φρανσουά! Μόλις βγήκα από το Υπουργικό Συμβούλιο», τους ανακοίνωσα με απόλυτη ηρεμία, ενώ με άκουγαν σιωπηλοί στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής. Η σιωπή τους κουβαλούσε ανησυχία, ένα μετρημένο άγχος, σαν να καταλάβαιναν πως κάτι πολύ σημαντικό αλλά ανησυχητικό είχε μόλις ξεκινήσει: «Συζητήσαμε τη δυσκολία να ψηφίσει η Βουλή την πρόταση των Θεσμών και αποφασίσαμε να ζητήσουμε από το Eurogroup μια σύντομη επέκταση μερικών ημερών για να αποφασίσει πρώτα ο ελληνικός λαός στις 5 Ιουλίου. Είναι κάτι που σας είχα υπαινιχθεί στις πρόσφατες συζητήσεις μας στις Βρυξέλλες. Ο λαός είναι κυρίαρχος να αποφασίσει και η απόφασή του ίσως μας δώσει τη δυνατότητα να προχωρήσουμε μπροστά…»

Απόλυτη σιωπή. Αφού δεν είχα ανταπόκριση, βρήκα την ευκαιρία να συνεχίσω: «Αυτή είναι η εξέλιξη των πραγμάτων. Βεβαίως είμαι υπό πίεση, αλλά αυτή είναι η ζωή, αυτή είναι η δημοκρατία και άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Θα σεβαστούμε την απόφαση του ελληνικού λαού, είτε μας αρέσει είτε όχι».

Η Μέρκελ μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό δεν έχασε χρόνο. Πήγε κατευθείαν στο ψητό: «Τι θα πεις στον ελληνικό λαό, Αλέξη;

Θα τους προτείνεις να ψηφίσουν “ΝΑΙ”;» Δεν ήταν ώρα για υπεκφυγές. Της απάντησα καθαρά: «Δεν έχω το δικαίωμα να ζητήσω από τον ελληνικό λαό να εγκρίνει μια πρόταση που τη θεωρώ αδιέξοδη και άδικη. Όποια κι αν είναι η απόφασή του λαού, πάντως, θα τη σεβαστώ».

Η Μέρκελ έμεινε άφωνη.

Συνάντηση του τότε Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με την Καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, στο Μέγαρο Μαξίμου το 2019. (EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ)

Το δημοψήφισμα άλλαξε τα δεδομένα πριν καν διεξαχθεί

[…] Το δημοψήφισμα, πάντως, άλλαξε τα δεδομένα πριν καν διεξαχθεί. Εκεί όπου οι περισσότεροι στην Ευρώπη ήταν αμετακίνητοι πίσω από το “take it or leave it”, ξαφνικά εργώδεις προσπάθειες ξεδιπλώθηκαν και κινητοποίηση καταγράφηκε ανάμεσα στους φίλους της χώρας μας στην Ευρώπη, οι οποίοι έσπευσαν προκειμένου να βρεθεί μια έντιμη συμφωνία έστω και την ύστατη στιγμή. Ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ ανέλαβε μια σχετική πρωτοβουλία. Τη Δευτέρα 29 Ιουνίου ο τότε Υπουργός Οικονομίας της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν επικοινώνησε με τον Βαρουφάκη. Και την επομένη ο ίδιος ο Γάλλος Πρόεδρος ζήτησε να μιλήσει μαζί μου. Ήταν ιδιαίτερα ανήσυχος και προσπαθούσε να εξετάσει αν υπήρχαν περιθώρια να εξευρεθεί μια λύση πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Τον διαβεβαίωσα για άλλη μια φορά, πως για μένα το δημοψήφισμα δεν είχε σκοπό την οριστική ρήξη, αλλά ήταν συνέχεια της διαπραγμάτευσης με άλλους όρους. Και του είπα πως θεωρούσα χρήσιμη τη διαμεσολαβητική πρωτοβουλία ως βάση συζήτησης για την επόμενη μέρα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος την Κυριακή.

Ο Ολάντ αντιλαμβανόταν πως εκείνη τη στιγμή οι εξελίξεις έτρεχαν και τα περιθώρια κινήσεών του ήταν περιορισμένα. Επιπλέον, δεν ήθελε να φανεί πως εργαζόταν πίσω από την πλάτη άλλων κρατών και κυρίως των Γερμανών. Γι’ αυτό εξάλλου μου ζήτησε επιτακτικά να μη διαρρεύσει τίποτα από αυτές τις συζητήσεις.

Η πρωτοβουλία Ολάντ βοηθούσε ώστε να σπάσει το μέτωπο που είχαμε απέναντί μας. Γενικότερα, οποιαδήποτε πρωτοβουλία έδειχνε ένα μέρος της ευρωπαϊκής οικογένειας να τοποθετείται θετικά, έστω και με δισταγμούς, στην προσπάθεια εξεύρεσης διεξόδου, και ακύρωνε το αφήγημα των σκληρών που ήθελαν και να μας πετάξουν εκτός και να μας φορτώσουν την ευθύνη, ήταν καλοδεχούμενη εκ μέρους μου. Δημιουργούσε τη βάση εκκίνησης της επόμενης ημέρας.

Οι διαβουλεύσεις εκείνων των δύο 24ώρων μεταξύ της γαλλικής πλευράς, της ελληνικής και της Κομισιόν, στις οποίες κεντρικό ρόλο είχε αναλάβει ο Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος Οικονομικών της Ε.Ε. και στενός συνεργάτης του Γάλλου Προέδρου, είχαν ως αποτέλεσμα, τελικά, να διαμορφωθεί μία νέα πρόταση, που είχε ως βάση συζήτησης την επικαιροποιημένη πρόταση Γιούνκερ, με τέσσερις αλλαγές. Έτσι διαμορφωνόταν ένα τελικό κείμενο, που είχε σημαντικές διαφορές από το αρχικό, αυτό, δηλαδή, που θέταμε στην κρίση του ελληνικού λαού επιδιώκοντας να απορριφθεί. Το κυριότερο, δε, ήταν ότι η πρόταση εμπεριείχε με σαφήνεια τη θέση μας για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας την επόμενη διετία, καθώς και τη δέσμευση για την αναδιάρθρωση του χρέους. Επιτέλους!

Επιτέλους, ναι, γιατί το καίριο για μένα ήταν η προοπτική διεξόδου. Δηλαδή το όποιο κείμενο συμφωνίας να συνοδεύεται από ρητή δέσμευση για αναδιάρθρωση του χρέους, ώστε αυτό να καταστεί πραγματικά βιώσιμο, και από επαρκή χρηματοδότηση για τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας.

Αξιοποιώντας τα νέα δεδομένα, αργά το βράδυ της 30ής Ιουνίου, την ημέρα όπου έληγε και τυπικά το προηγούμενο πρόγραμμα, έδωσα εντολή να καταθέσουμε επισήμως αίτημα προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας για νέο διετές πρόγραμμα βοήθειας, συνοδευόμενο από αναδιάρθρωση χρέους.

Ήταν ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς πως εννοούσαμε κάθε λέξη από όσα λέγαμε όλο αυτόν τον καιρό. Επιδιώκαμε έναν προωθητικό συμβιβασμό, που θα έδινε προοπτικές στην ελληνική οικονομία και θα κρατούσε όρθια την ελληνική κοινωνία.

Στην επιστολή του μάλιστα προς τον ΕΜΣ, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που την υπέγραφε, τόνιζε πως «η Ελλάδα δεσμεύεται να παρουσιάσει λεπτομερή πρόταση μεταρρυθμίσεων για να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι της χώρας, να διασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και η βιωσιμότητα του χρέους».

Όπως ανέμενα, ωστόσο, κι εκείνη η πρωτοβουλία Ολάντ έπεσε στο κενό. Ο Γάλλος πρόεδρος ήταν ο συνοδηγός στην ευρωπαϊκή κούρσα. Οδηγός ήταν η Μέρκελ, έχοντας στο πίσω κάθισμα να την επιτηρεί και να την περιορίζει στους ελιγμούς τον Σόιμπλε.

Έτσι, λίγες ώρες αφότου ο Ρέγκλινγκ έλαβε την επιστολή Τσακαλώτου, η Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε δημόσια ότι δεν θα υπάρξουν νέες διαπραγματεύσεις για πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδα, πριν από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Το ίδιο ακριβώς είχε πει και σε μένα το ίδιο πρωί, όταν σε τηλεφωνική μας επικοινωνία την ενημέρωσα για την επίσημη πρότασή μας προς τον EMS. Λίγο αργότερα, το Eurogroup συνεδρίασε εκτάκτως μέσω τηλεδιάσκεψης για να εξετάσει το ελληνικό αίτημα. Παρόλο που οι Γάλλοι και μια σειρά από χώρες συντάχθηκαν με την πρότασή μας, τελικά αποφάσισε ό,τι περίπου η Γερμανίδα Καγκελάριος είχε δηλώσει δημόσια λίγες ώρες νωρίτερα. Δηλαδή να αναβληθεί οποιαδήποτε απόφαση μέχρι τη διεξαγωγή του ελληνικού δημοψηφίσματος.

Ωστόσο, ουδέν κακόν αμιγές καλού. Γιατί όλες αυτές οι πυρετώδεις διεργασίες προετοίμασαν τη βάση επανεκκίνησης της διαπραγμάτευσης την επόμενη ημέρα υπό καλύτερους όρους. Με την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι θα κερδίζαμε το δημοψήφισμα. Κάτι που δεν ήταν καθόλου σίγουρο εκείνες τις ώρες. Με δυο λόγια, και μόνο η αναγγελία του δημοψηφίσματος λειτούργησε ως καταλύτης για νέες καλύτερες συνθήκες στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης.

 

Ad

spot_img

Άλλες Ειδήσεις

Μοιράσου το