Ποτέ δεν ψήθηκα με το θεατράλε, φοβιστικό στιλ των Black Sabbath. Προτιμούσα σαφώς την σοφιστικέ, ημι-gay περσόνα του David Bowie, που καθόταν κρυφά μαζί μου στο θρανίο του Γυμνασίου. Ώσπου μια μέρα, ο φίλος μου ο Θάνος, καλή του ώρα, μού έβαλε στο χέρι, στο μάθημα των Αγγλικών, μια κασέτα των Sabbath. Τού πρότεινα μια πολιτιστική ανταλλαγή: Εγώ θα τού μάθαινα τα πάντα για τον Bowie κι εκείνος θα μου μάθαινε για τον Οζι και την παρέα του.
Λίγες μέρες μετά, το Paranoid είχε καρφωθεί στο μυαλό μου. Και μαζί με αυτό, το War Pigs.
Εφυγε σε ηλικία 76 ετών. Δεν ξέρω αν η πορεία του Οζι ήταν αυτή που άρμοζε σε έναν ροκ σταρ. Να ζήσει δηλαδή λίγο, να πεθάνει νωρίς, να πετάξει ψηλά σαν αγέρωχος Ικαρος και από εκεί να φουντάρει με το κεφάλι στη θάλασσα της φήμης του. Αντ’αυτού, έφυγε γέρος, ανήμπορος από την Πάρκινσον, με τη λαχτάρα ενός παππού που θέλει κοντά του την οικογένειά του. Να τον γηροκομήσει. Ανθρώπινη ανάγκη.
Παραήταν γλυκός για Οζι. Παραήταν άνθρωπος για Οζι. Παραήταν ”αναξιοπρεπής” για Ozzy. Ο Μόρισον, αν τον περιμένει εκεί πάνω στον Ουρανό, θα πρέπει να του έχει ετοιμάσει μεγάλη καζούρα.
Kαλύτερα έτσι γέρο Όζι. Απέδειξες ότι το Heavy metal δεν είναι νυχτερίδες κι αράχνες, αλλά απλά η αγαπημένη νότα μιας γενιάς. Βαριά, σαν τα λαϊκά του Καζαντζίδη. Βρώμικη, σαν τα χασικλίδικα ρεμπέτικα.
Σεν περιμένουν στον Παράδεισο. Δεν ήθελες μάλλον να πας, όταν ήσουν νέος. Όμως, όπως ακριβώς ο Φάουστ, όταν υπέγραφες το συμβόλαιο με το διάολο, δε διάβασες τα ψιλά γράμματα. Στο τέλος της ζωής σου, έγινες ένας ευάλωτος γλυκός παπούς (με μαύρα βαμμένα νύχια, έστω).
Εφυγες έχοντας στήσει τη μεγαλύτερη φιλανθρωπική συναυλία ever. Μοίρασες 190 εκατομμύρια δολάρια. Ποσό ρεκόρ. Λογικά κάπου εκεί ο σατανάς θα πρέπει να πήγε πάσο και να σε έστειλε στην απέναντι πόρτα από την Κόλαση.
Μη φοβάσαι. Εκεί είναι κι όλοι οι υπόλοιποι, σε περιμένουν με τις κιθάρες τους…
Φύλαξε μας κανα εισιτήριο για αργότερα…
Γιώργος Κυπαρίσσης