Την ώρα που η διαδικτυωμένη ανθρωπότητα χόρευε σαν σεληνιασμένη μαινάδα γύρω από εκείνο το ζευγαράκι των Coldplay, που ετοιμαζόταν να καεί στην πυρά των social media, μού ήρθε στο μυαλό εκείνο το clip της εφημερίδας Guardian. Δημιουργήθηκε 13 χρόνια πίσω, σε εκείνες τις εποχές που υποψιαζόμαστε μεν, αλλά χωρίς να έχουμε ζήσει ακόμα πλήρως, το δυστοπικό μέλλον των κοινωνικών δικτύων.
Είναι σίγουρο πως οι συντάκτες της τόσο έγκυρης αυτής εφημερίδας προσπάθησαν με το κλιπάκι να ξορκίσουν το κακό, προτού αυτό συμβεί, ξεσκεπάζοντάς το. Να σπάσουν το αυγό του φιδιού προτού προβάλλει κανένα κεφάλι από μέσα. Καλή η προσπάθεια, αλλά δεν το κατάφεραν.
Το κλιπ εκείνο, που βραβεύτηκε στις Κάννες τότε, δείχνει πόσο εύκολα μπορεί να αλλοιωθεί ένα απλό νόημα όταν αρχίσει να παραμορφώνεται από τις χιλιάδες εξαγριωμένες φωνές των δικτύων. Κάθε φωνή ενισχύει την εξαλλοσύνη της επόμενης – κι όλες μαζί, συμπαρασύρουν σαν τσουνάμι την κοινή γνώμη σε ένα αδυσώπητο κυνήγι αλεπούς, όπως εκείνα στην Βρετανική ύπαιθρο. Οπου δεκάδες άλογα κι οπλισμένοι αναβάτες, μαζί με ένα κοπάδι κυνηγόσκυλα, βγαίνουν βόλτα για να ξετρυπώσουν μια και μόνο αλεπού από τη φωλιά της.
Είναι πραγματικά απορίας άξιο πόσο γρήγορα άρχισε η είδηση να ενδιαφέρει τον πλανήτη Γη. Ο τραγουδιστής Κρις Μάρτιν, που με το σχόλιό του ”έδωσε” στεγνά (και αφελώς) το ζευγαράκι, μάλλον δεν συνειδητοποίησε ότι θα έκανε τόση ζημιά. Η αλήθεια είναι ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αγία Μητρόπολη της επιχειρηματικότητας, η εργασιακή ηθική και οι σχέσεις μεταξύ εργαζομένων δεν είναι απλώς ”στα λόγια”. Είναι θεία εντολή, θέσφατο, ακρογωνιαίος λίθος. Λαξευμένη στην πέτρα. Ειδικά εντός της κάστας των ανώτερων στελεχών μιας επιχείρησης. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που περισσότερες καταδίκες μάζεψαν ο Byron και η Cabot επειδή την καταπάτησαν, παρά για το ότι καλλιέργησαν κέρατα στους συμβίους τους.
Όμως από αυτό το σημείο μέχρι το σημείο να γνωρίζω εγώ από τους δημοσιογράφους σήμερα περισσότερα για τις οικογένειες των δυο από όσα ξέρω για τη γειτόνισσά μου τη Λένα εδώ στην Αθήνα, υπάρχει μια απόσταση. Έλεος και αμάν.
Και το αμάν πάει περισσότερο σε όσους (αμερικανούς κυρίως) έσπευσαν να λοιδορήσουν, να χλευάσουν και να ηθικολογήσουν επί του θέματος, λες και είχαν την εντολή ”ου μοιχεύσεις” χτυπημένη σε τατουάζ. Λες και όλοι οι υπόλοιποι είναι αναμάρτητοι. Ποιοί; Εκείνοι που έβγαλαν ξανά για πρόεδρο έναν άνθρωπο που τον έσυρε στα δικαστήρια μια πορνοστάρ. Η οποία έφτασε στο σημείο να περιγράψει με λεπτομέρειες το μόριό του, ως αδιασειστο πειστήριο για το τσιλιμπούρδισμά του. Την οποία ο πρόεδρος προσπάθησε να την κάνει να σιωπήσει με όλους τους γνωστούς και αναμενόμενους τρόπους.
Γιατί η ιστορία η ίδια, ενός παράνομου ζευγαριού που ερωτεύεται, είναι τόσο χιλιοπαιγμένη, τόσο συνηθισμένη, που δεν πιάνει μια ούτε ως σενάριο τούρκικου σήριαλ.
Δείτε το κλιπάκι. Είναι η κλασσική ιστορία του κακού λύκου με τα τρια γουρουνάκια. Μόνο που τελειώνει αλλιώς. Τα social media και ο Τύπος στέλνουν στα δικαστήρια τα γουρουνάκια για τα αυθαίρετα κτίσματά τους και για την εν ψυχρώ δολοφονία του λύκου. Κι ας το κρατήσουμε στην άκρη του μυαλού: Από τον ψηφιακό όχλο ούτε τα παραμύθια γλυτώνουν…
Γιώργος Κυπαρίσσης